- τρίγωνο
- Γεωμετρικό σχήμα που προκύπτει αν τρία σημεία, τα οποία δεν βρίσκονται σε ευθεία, συνδεθούν ανά δύο με ευθύγραμμα τμήματα. Τα τρία τμήματα των ευθειών καλούνται πλευρές και τα σημεία κορυφές του τ.
Ως προς τις πλευρές, το τ. μπορεί να είναι ισόπλευρο (αν και οι τρεις πλευρές είναι ίσες), ισοσκελές (αν οι δύο είναι ίσες) και σκαληνό (αν και οι τρεις είναι άνισες). Ως προς τις εσωτερικές γωνίες, ένα τ. μπορεί να είναι οξυγώνιο (με όλες τις γωνίες οξείες), ορθογώνιο (η μία γωνία ορθή) και αμβλυγώνιο (η μία αμβλεία).
Η πρόταση: «το άθροισμα των τριών εσωτερικών γωνιών ενός τ. ισούται με δύο ορθές γωνίες», με την οποία τελειώνει το πρώτο βιβλίο του Ευκλείδη, αποδεικνύεται με το αξίωμα των παράλληλων καθόσον, στην ευκλείδια γεωμετρία, από ένα σημείο άγεται μία και μόνη παράλληλος προς μια άλλη δεδομένη ευθεία. Στη σφαίρα, όμως, το άθροισμα των εσωτερικών γωνιών ενός τ. είναι μεγαλύτερο από δύο ορθές (επειδή ως ευθείες θεωρούνται μέγιστες περιφέρειες, και ως σημεία τα ζεύγη των σημείων τα εκ διαμέτρου αντίθετα, δεν υφίστανται παράλληλοι από ένα σημείο προς δεδομένη ευθεία). Σε μια ψευδοσφαίρα, στην οποία από ένα σημείο διέρχονται άπειρες ευθείες (γεωδετική επιφάνειας), που δεν συναντούν μια δεδομένη ευθεία (γεωμετρία Λομπατσέφσκι), το άθροισμα των εσωτερικών γωνιών ενός τ. είναι μικρότερο από δύο ορθές.
Διαμέσους ενός τ. καλούμε τις ευθείες που ενώνουν κάθε κορυφή με το μέσον της απέναντι πλευράς. Οι τρεις διάμεσοι τέμνονται σε ένα κοινό σημείο, που αποτελεί το βαρύκεντρο του τ., εφόσον τούτο αποτελείται από ομογενή ύλη. Κοινό σημείο τομής έχουν και τα τρία ύψη (oρθόκεντρο), οι διχοτόμοι των γωνιών (κέντρο του εγγεγραμμένου κύκλου) και οι κάθετοι στο μέσον κάθε πλευράς (κέντρο του περιγεγραμμένου κύκλου).
Στα τ. ισχύουν οι εξής 3 περιπτώσεις ισότητας : α) όταν έχουν δύο πλευρές ίσες και την περιεχόμενη γωνία ίση· β) όταν έχουν ίση μια πλευρά και τις προσκείμενες γωνίες ίσες· γ) όταν έχουν ως όμοια δύο τ. που έχουν τις γωνίες ίσες και τις πλευρές ανάλογες, έχουμε 3 περιπτώσεις ομοιότητας, αντίστοιχες προς τις περιπτώσεις της ισότητας.
Επειδή ένα τ. ισοδυναμεί με το μισό ενός ορθογωνίου, που έχει ίση βάση και ίσο ύψος, το εμβαδόν της επιφάνειας ενός τ. υπολογίζεται με τον τύπο
ή σε συνάρτηση με τις πλευρές του, το εμβαδόν δίνεται από τον τύπο του Ήρωνα:
, όπου p είναι η ημιπερίμετρος και α, β, γ οι πλευρές. Στην αναλυτική γεωμετρία αν x 1 και y1 (1 = 1, 2, 3) είναι οι συντεταγμένες των κορυφών, το εμβαδόν του τ. δίνεται:
Οι τρεις περιπτώσεις ισότητας των τ. μας επιτρέπουν να θεωρήσουμε ότι ένα τ. προσδιορίζεται με τα 3 από τα 6 στοιχεία του (3 πλευρές, 3 γωνίες), με τον όρο, μεταξύ των τριών αυτών στοιχείων να περιλαμβάνεται και μία πλευρά. Επομένως, ο προσδιορισμός των 3 στοιχείων ενός τ. σε συνάρτηση με τα άλλα 3 στοιχεία του, αποτελεί το θεμελιώδες πρόβλημα της τριγωνομετρίας. Στην ειδική περίπτωση του ορθογωνίου τ. ισχύει το πυθαγόρειο θεώρημα: α2 = β2 + γ2, εφόσον δίνονται οι πλευρές α, β, γ, δηλαδή η υποτείνουσα και οι δύο κάθετες. Το πυθαγόρειο θεώρημα είναι ένα πόρισμα του εξής θεωρήματος του Ευκλείδη: σε κάθε ορθογώνιο τ., το τετράγωνο μιας των καθέτων πλευρών ισούται με το γινόμενο της υποτείνουσας επί την προβολή της καθέτου αυτής στην υποτείνουσα. Αληθεύει επίσης και το αντίστροφο του πυθαγόρειου θεωρήματος, δηλαδή, για να είναι ένα τ. ορθογώνιο, αναγκαίος και επαρκής όρος είναι η εκπλήρωση αυτού του θεωρήματος.
* * *το / τρίγωνον ΝΜΑγεωμετρικό σχήμα το οποίο έχει τρεις γωνίες και τρεις πλευρές και δημιουργείται με τη συνένωση, από τρία ευθύγραμμα τμήματα, τριών σημείων που δεν βρίσκονται σε ευθείανεοελλ.1. ξύλινο εργαλείο σχεδίασης το οποίο έχει συνήθως σχήμα ορθογώνιου τριγώνου2. ξυλουργικό εργαλείο παρόμοιου σχήματος, το οποίο χρησιμεύει για εξακρίβωση δίεδρων γωνιών, κν. γωνιά3. μουσ. α) μουσικό κρουστό όργανο από κεκαμμένη χαλύβδινη ράβδο σε σχήμα τριγώνου τού οποίου η μία γωνία μένει ανοιχτή και το οποίο είναι αναρτημένο από σπάγγο και κρούεται με χαλύβδινη ράβδοβ) μεταλλικό όργανο με τριγωνικό σχήμα το οποίο χτυπούν τα παιδιά με μικρή ράβδο όταν ψάλλουν τα κάλαντα4. ανατ. τριγωνικού σχήματος ανατομική χώρα5. είδος γλυκίσματος με τριγωνικό σχήμα6. φρ. α) «κορυφές τριγώνου» — τα τρία σημεία στα οποία τέμνονται οι πλευρές ενός τριγώνουβ) «πλευρές τριγώνου» — τα ευθύγραμμα τμήματα που ενώνουν τις κορυφές ενός τριγώνουγ) «διάμεσος τριγώνου» — ευθεία που ενώνει την κορυφή ενός τριγώνου με το μέσο τής απέναντι πλευράςδ) «κέντρο βάρους τριγώνου» — το σημείο στο οποίο τέμνονται οι τρεις διάμεσοι ενός τριγώνουε) «ορθόκεντρο τριγώνου» — το σημείο στο οποίο τέμνονται τα τρία ύψη τού τριγώνουστ) «αμβλυγώνιο τρίγωνο» — τρίγωνο τού οποίου η μία γωνία είναι αμβλείαζ) «αριθμητικό τρίγωνο» — σύνολο ακέραιων αριθμών διατεταγμένων σε σχήμα τριγώνουη) «ισόπλευρο τρίγωνο» — τρίγωνο που έχει και τις τρεις πλευρές και συνεπώς και τις τρεις γωνίες του ίσεςθ) «ισοσκελές τρίγωνο» — τρίγωνο που έχει δύο πλευρές ή δύο γωνίες ίσεςι) «οξυγώνιο τρίγωνο» — τρίγωνο που έχει και τις τρεις γωνίες οξείεςια) «ορθογώνιο τρίγωνο» — τρίγωνο που έχει μία γωνία ορθήιβ) «σκαληνό τρίγωνο» — τρίγωνο τού οποίου και οι τρεις πλευρές είναι άνισεςιγ) «στοιχεία τριγώνου» — κάθε μέγεθος, γωνία ή ευθύγραμμο τμήμα το οποίο ορίζεται σε ένα τρίγωνοιδ) «σφαιρικό τρίγωνο» — τρίγωνο τού οποίου και οι τρεις πλευρές είναι τόξα μέγιστων κύκλων μιας σφαίραςιε) «ύψος τριγώνου» η κάθετος που άγεται από την κορυφή ενός τριγώνου προς την απέναντι πλευράιστ) «τρίγωνο Πασκάλ» — τριγωνική διάταξη αριθμών που επινοήθηκε από τον Πασκάλ και που δίνει τους συντελεστές τού αναπτύγματος (χ + α)μιζ) «σύνδεση κατά τρίγωνο»(ηλεκτρολ.) τρόπος συνδεσμολογίας τών αντιστάσεων κατανάλωσης σε ένα κύκλωμα τριφασικού εναλλασσόμενου ρεύματος κατά το οποίο οι αντιστάσεις έχουν τη θέση τών πλευρών ενός τριγώνου τού οποίου οι κορυφές συνδέονται με τις τρεις φάσεις τού ρεύματοςιη) «Βόρειο Τρίγωνο»αστρον. μικρός αστερισμός κάτω από τον αστέρα γ Ανδρομέδας ο οποίος βρίσκεται στην παρυφή τής ζώνης τού Γαλαξία και μεταξύ τών αστερισμών Ανδρομέδας, Κριού, Περσέως και Ιχθύωνιθ) «Νότιο Τρίγωνο»αστρον. μικρός αστερισμός τού Νότιου Ημισφαιρίου, καταφανέστερος τού Βόρειου Τριγώνου, αλλά αόρατος στα βόρεια πλάτηκ) «ιψενικό τρίγωνο» — βλ. ιψενικόςαρχ.1. τριγωνοειδές μουσικό όργανο, παρεμφερές με μικρή άρπα, το οποίο είχε χορδές ισοπαχείς μεν, αλλά διαφορετικού μήκους και παιζόταν με τα δάχτυλα, κυρίως από γυναίκες, συνοδεύοντας το τραγούδι2. ένα από τα δέκα τμήματα στα οποία διαιρούνταν η Ηλιαία, πιθανώς από το σχήμα τού τόπου στον οποίο συνεδρίαζε το δικαστήριο3. ονομασία αστερισμού4. ονομασία φυτού στην Αίγυπτο.[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τού ουδ. τού επιθ. τρίγωνος].
Dictionary of Greek. 2013.